Ομιλία στην Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (LIBE) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου:
«Κύριε Πρόεδρε της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σας ευχαριστώ θερμά για την πρόσκληση να παρευρεθώ σήμερα στη συνεδρίαση της Libe. Το θεωρώ εξαιρετική τιμή και θεωρώ ότι είναι μια ευκαιρία για έναν ειλικρινή, ανοιχτό, δημοκρατικό διάλογο.
Κυρίες και κύριοι Ευρωβουλευτές, μπαίνω κατευθείαν στο θέμα, χωρίς εισαγωγή. Η χώρα μου, η Ελλάδα, η οποία αποτελεί το ανατολικό μεσογειακό σύνορο της Ευρώπης, αποτελεί σήμερα το σημείο εισόδου χιλιάδων δυστυχισμένων ανθρώπων που προέρχονται από την Ασία αναζητώντας μια καινούργια ζωή στην Ευρώπη. Η είσοδος γίνεται από τη θάλασσα και η εκκίνησή τους γίνεται από τη γειτονική χώρα την Τουρκία. Εδώ χρειάζεται να διευκρινίσω, ότι η απόσταση μεταξύ της τουρκικής, των τουρκικών ακτών και των ελληνικών νησιών, συγκεκριμένα της Λέσβου, της Σάμου, της Κω και άλλων νησιών του βορείου Αιγαίου, είναι πολύ μικρή, με αποτέλεσμα σε δεκατρία περίπου λεπτά, με ένα ταχύπλοο φουσκωτό, με μια ταχύπλοη βάρκα, να καταφθάνουν εκατοντάδες άνθρωποι κάθε μέρα στις ακτές των ελληνικών νησιών.
Όπως είναι γνωστό, η διαχείριση του μεταναστευτικού ζητήματος Ευρωπαϊκής Ένωσης -Τουρκίας εντάσσεται στην κοινή δήλωση των δύο μερών, εδώ και τέσσερα χρόνια περίπου, από τον Μάρτιο του 2016. Η Τουρκία εισπράττει από την Ευρωπαϊκή Ένωση κονδύλια για την διαχείριση των 4.000.000 περίπου προσφύγων, που φιλοξενεί στο έδαφός της από τη Συρία, με ταυτόχρονη υποχρέωσή της να ελέγχει τα σύνορα προς την Ευρώπη και να δέχεται επιστροφές από τα ελληνικά νησιά όσων δεν υπάγονται σε διεθνή προστασία, πάντα σύμφωνα με το γράμμα της δήλωσης Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας. Αυτή είναι, με δυο λόγια, η συμφωνία Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας, τον Μάρτιο του 2016, η οποία είναι σε ισχύ σήμερα.
Οι ροές μέχρι τον Ιούλιο του 2019, εδώ και λίγους μήνες δηλαδή, μπορεί να πει κανείς ότι ήταν διαχειρίσιμες. Από τον Αύγουστο, οι ροές αυξήθηκαν περίπου 120%, με αποτέλεσμα να φτάνουν κάθε μέρα, με βάρκες, οι άνθρωποι, μέχρι τον αριθμό 1000. Χίλια άτομα κάθε μέρα. Στα νησιά, κυρίως του βορείου Αιγαίου, και πρωτίστως θα έλεγα στη Λέσβο. Το πρόβλημα στα νησιά είναι εκρηκτικό, έξω και πέρα από κάθε δυνατότητα διαχείρισης. Ακόμα, μπορώ να σας πω ότι ακόμα κι αν ολόκληρη η Ευρωπαϊκή Ένωση, με τα δικά της logistics, δεν θα μπορούσε να διαχειριστεί αυτό το «τσουνάμι» των ανθρώπων σε καθημερινή βάση. Γιατί, σκεφτείτε, αναλογιστείτε, πόσους ανθρώπους μπορεί να εξετάσει ένας γιατρός την ημέρα. Πόσους μπορεί να καταγράψει ένας υπάλληλος τη μέρα; Πόσους μπορεί να δακτυλοσκοπήσει κανείς σε μια μέρα, όταν την επόμενη μέρα έρχονται άλλοι πεντακόσιοι, μόνο στο ένα νησί. Είναι αδύνατον να υπάρξει συνθήκη φιλοξενίας σε ανθρώπινο επίπεδο, με αυτούς τους ρυθμούς και αυτούς τους πληθυσμούς που καταφθάνουν κάθε μέρα στα ελληνικά νησιά. Είναι ένα πρόβλημα το οποίο είναι μια ανθρωπιστική καταστροφή, ένας όλεθρος. Ένας κοινωνικός όλεθρος.
Παρόλα αυτά, θέλω να σας πω ότι η Ελλάδα με αξιοπρέπεια, μόνη της, χωρίς καμιά συνδρομή, προσπαθεί να διαχειριστεί αυτή την ανθρώπινη πλημμύρα. Γίνεται λόγος, πολλές φορές, για ένα καράβι που μεταφέρει 100-200 ανθρώπους από τη Λιβύη προς την Κεντρική Μεσόγειο, και γίνεται συζήτηση για να υπάρξει μια κατανομή αυτών των ατόμων. Εδώ σας αναφέρω νούμερα, μεγέθη τα οποία δεν έχουν καμιά σχέση με κανένα σημείο της Μεσογείου. Να σας δώσω επίσης ένα ενδεικτικό παράδειγμα. Τις τελευταίες δυο βδομάδες μεταφέρθηκαν από τα νησιά, κυρίως από τη Σάμο, περίπου 4.000 άνθρωποι, στο εσωτερικό της χώρας για να αποσυμφορήσουμε τα νησιά, γιατί αυτό αποτελεί προτεραιότητά μας. Η αποσυμφόρηση των νησιών, η μεταφορά των ανθρώπων σε ασφαλή σημεία, στην ηπειρωτική Ελλάδα, έτσι ώστε να ξεκινήσουν οι διαδικασίες καταγραφής τους και οι διαδικασίες για τους αιτούντες άσυλο. ‘Έφυγαν λοιπόν από τη Σάμο περίπου 4.000 άνθρωποι, και ταυτόχρονα, σε δυο βδομάδες, κατέφθασαν 3.000, εν τω μεταξύ.
Η νέα ελληνική κυβέρνηση ψήφισε πριν από λίγες μέρες τον νέο νόμο για την παροχή διεθνούς προστασίας και δρομολογεί δράσεις για την εφαρμογή αυτού του νόμου, με στόχο να επιταχύνουμε τις διαδικασίες ασύλου, να μην στοιβάζονται οι άνθρωποι στα νησιά, σε συνθήκες άθλιες και απάνθρωπες. Να εγγυηθεί τα δικαιώματα των αιτούντων άσυλο και να επιστρέφει πίσω στην Τουρκία, με βάση την δήλωση ΕΕ-Τουρκίας, όσοι με βάση το Διεθνές Δίκαιο και τα κριτήρια του νόμου δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για να πάρουν τη διεθνή προστασία. Ο νόμος αποτελεί πιστή μεταφορά της οδηγίας και των κανονισμών που ψήφισε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με απόλυτο σεβασμό στο αξιακό πλαίσιο της συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της συνθήκης για τα ανθρώπινα δικαιώματα της Γενεύης και το ενωσιακό δίκαιο.
Θέλω να κάνω ιδιαίτερη μνεία σε δύο ζητήματα. Το ζήτημα της μετανάστευσης δεν αποτελεί πρόβλημα ή πολιτικό ζήτημα ή διακύβευμα αυτών που βρίσκονται μόνο στο front line της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι ζήτημα το οποίο τώρα ξεκινάει ουσιαστικά και θα μας απασχολήσει πολύ το επόμενο διάστημα, τα επόμενα χρόνια. Και είναι ένα κεντρικό πολιτικό και κοινωνικό ζήτημα. Και κατ’ ανάγκη, θα αποτελεί ένα ζήτημα κοινωνικής και πολιτικής διαπραγμάτευσης σε καθημερινή βάση. Και κατ΄ ανάγκη θα υπάρξουν και συγκλίσεις και αποκλίσεις, και διαφοροποιήσεις, ανάλογα με τις προσεγγίσεις του καθενός.
Ωστόσο, το φαινόμενο που παρατηρείται, ορισμένοι από εμάς τα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να θεωρούν ότι κλείνοντας τα σύνορά τους είναι ασφαλείς και ότι δεν θα επιτρέψουν αυτές τις ροές των ανθρώπων να εισέρχονται στην επικράτειά τους, αυτό είναι ουτοπικό. Είναι υψίστη ουτοπία και ψευδαίσθηση, και εδώ υπάρχει και ένα άλλο ζήτημα, και ένα άλλο ερώτημα. Δεν θα επικαλεστώ την αλληλεγγύη ως έννοια που πρέπει να διακρίνει τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά επικαλούμαι τους κανόνες, το δίκαιο, ότι όλη αυτή η Ένωση, όλος αυτός ο οργανισμός είναι κάτω από ορισμένους κανόνες, έχει χτιστεί, οι οποίοι υποθέτω ότι πρέπει να εφαρμόζονται. Εδώ λοιπόν, έχει ανατεθεί στον εθελοντισμό η εφαρμογή των κανόνων, και αυτό νομίζω δεν προάγει την Ένωση συνολικά. Είναι ουτοπικό, επαναλαμβάνω, να πιστεύουν ορισμένοι ότι κλείνοντας τα σύνορά τους, γυρνώντας ουσιαστικά την πλάτη στο πρόβλημα ή λαϊκίζοντας, θα επιχειρήσουν να ξεφύγουν από αυτό.
Το δεύτερο ζήτημα έχει να κάνει με ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο θέμα, με το οποίο έχω ασχοληθεί προσωπικά ως υπουργός, παίρνοντας μια σειρά πρωτοβουλίες και θέλω να σας τις ανακοινώσω. Θα σας τις κάνω γνωστές, γιατί θεωρώ ότι πρέπει να το γνωρίζετε γιατί είναι πάρα πολύ ευαίσθητο ζήτημα. Πρόκειται για το θέμα των ασυνόδευτων παιδιών. Στην Ελλάδα υπάρχουν αυτή τη στιγμή πάνω από 4.000 ασυνόδευτοι ανήλικοι, οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι σε δομές, οι οποίες δεν είναι αυτές που πρέπει να είναι στην Ευρώπη. Δεν είναι δομές οι οποίες τιμούν την Ευρώπη. Ζήτησα λοιπόν, με επιστολή μου στους ομολόγους μου στην ΕΕ, τους υπόλοιπους 27 εννοώ- να πάρει η κάθε χώρα εθελοντικά έναν αριθμό παιδιών. Δυστυχώς, δεν έχουμε καμιά ανταπόκριση πλην ελαχίστων, σχεδόν ενός. Και δεν είναι θέμα πια ούτε αλληλεγγύης αυτό, ούτε κανόνων. Είναι ζήτημα πολιτισμού, το πώς αντιλαμβάνεται την περίθαλψη, την προστατευτική φύλαξη και το μέλλον αυτού του αριθμού των παιδιών. Επικαλούμαι λοιπόν την ευαισθησία σας. Επικαλούμαι τη δυνατότητά σας να κινητοποιήσουμε όλες τις κυβερνήσεις. Να κινητοποιήσουμε όλη την κοινωνία των πολιτών έτσι ώστε ένας μικρός αριθμός σε κάθε χώρα να φιλοξενηθεί και να λυθεί αυτό το μεγάλο πρόβλημα που υπάρχει σε σχέση με τα ανήλικα. Σας ευχαριστώ πολύ κύριε πρόεδρε».
Ακολουθεί το βίντεο με την ομιλία: